Με τον όρο εξύβριση σύμφωνα με το άρθρο 361 του Νέου Ποινικού Κώδικα (Ν. 4619/2019) ορίζεται ότι «όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης προσβάλλει την τιμή άλλου, με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μήνες ή με χρηματική ποινή. Αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω διαδικτύου, επιβάλλεται φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή». Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος απαιτείται ο δράστης να εκδηλώνει αμφισβήτηση για την ηθική ή κοινωνική αξία κάποιου προσώπου ή καταφρόνηση γι’ αυτό και να γνωρίζει και να θέλει με την ενέργειά του να προσβάλει την τιμή και υπόληψη του παθόντος, να έχει δόλο για την πράξη του. Ακόμη και απλές κρίσεις και γνώμες ή χαρακτηρισμοί που αμφισβητούν κατά την κοινή αντίληψη τη κοινωνική ή ηθική αξία του παθόντος ή εκδήλωση καταφρόνησης ή ονειδισμού του προσώπου είναι δυνατόν να θεμελιώσουν το έγκλημα αυτό.

Ως προς τον όρο δυσφήμηση στο άρθρο 362 ΠΚ ορίζεται ότι: «όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλον, γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή και αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή».

Ως γεγονός εννοείται κάθε περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, αντίθετο προς την ηθική ή την ευπρέπεια, εφόσον ανάγεται στο παρελθόν ή στο παρόν και υποπίπτει στις αισθήσεις, ώστε να είναι δεκτικό απόδειξης, συνιστά δε ισχυρισμό του γεγονότος κάθε σχετική μ’ αυτό ανακοίνωση, που βασίζεται είτε σε προσωπική αντίληψη ή γνώμη είτε σε υιοθέτηση της γνώμης άλλου. Διάδοση δε γεγονότος συνιστά η περαιτέρω απλή μετάδοση της σχετικής ανακοίνωσης που έγινε από άλλον.

Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος θεμελιώδη είναι η γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο απ’ αυτόν ενώπιον τρίτου γεγονός, είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση ή αποδοχή του ίδιου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, καθώς και γνώση του δράστη ότι το γεγονός που διαδίδει είναι ψευδές.

Από την άλλη, εάν το δυσφημιστικό γεγονός είναι αληθές, είναι δυνατό να στοιχειοθετείται το έγκλημα της εξύβρισης, αν ο ισχυρισμός ή η διάδοση έγιναν κακόβουλα, ήτοι αν από τον τρόπο που εκδηλώθηκε ή από τις περιστάσεις, υπό τις οποίες τελέστηκε , προκύπτει σκοπός εξύβρισης από μέρους του δράστη, που υπάρχει, όταν ο συγκεκριμένος τρόπος εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς εν γνώσει του δράστη επιλέχθηκε, για να προσβληθεί η τιμή και η υπόληψη του άλλου.

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 του Αστικού Κώδικα προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 § 1 του Συντάγματος. Η δε προσωπικότητα αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του, όπως η τιμή, η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, η υπόληψη, ήτοι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία, επακόλουθο των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την επίτευξη των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματος του.

Συμπερασματικά, απόρροια των παραπάνω διατάξεων με τα άρθρα 914 και 932 Αστικού Κώδικα συνάγεται ότι όποιος παράνομα προσβάλλεται στην προσωπικότητά του, με δυσφήμηση ή εξύβριση, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Το δε δικαστήριο δύναται, επιπλέον, αφού λάβει υπ’ όψη το είδος της προσβολής, να καταδικάσει τον υπαίτιο προσβολέα να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη εκείνου που έχει θιχτεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Επί προσβολής της προσωπικότητας και εφόσον αυτή είναι παράνομη, ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος, μόνο ως προς την αξίωση για την άρση της προσβολής, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης καθώς και για τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εκείνου που έχει προσβληθεί, ο νόμος προϋποθέτει αναγκαία η προσβολή να ορίζεται παράνομη και υπαίτια, αρκούντος κάθε είδους υπαιτιότητας, από δόλο ή από αμέλεια. Επομένως, ως αστικό αδίκημα, η δυσφήμιση θεμελιώνεται υποκειμενικά και σε απλή αμέλεια του δράστη.