Σε περίπτωση απουσίας διαθήκης εφαρμογή στην κληρονομική διαδοχή έχουν οι διατάξεις για την εξ αδιαθέτου διαδοχή, η οποία ενεργοποιείται στο πλαίσιο της αρχής που ισχύει στο δίκαιο ότι δεν πρέπει να υπάρχει καμία κληρονομιά δίχως κληρονόμο. Σύμφωνα με αυτήν καλούνται στην κληρονομία του θανόντος οι συγγενείς του ανάλογα φυσικά με την τάξη στην οποία βρίσκονται. Σε περίπτωση που υπάρχει γάμος κατά το χρόνο θανάτου τότε μαζί με τα τέκνα καλείται και ο επιζών σύζυγος.

Σχετικά όμως  με το κληρονομικό δικαίωμα του επιζώντος συζύγου υπάρχει ένας βασικός όρος για τη θεμελίωση αυτού και αυτός είναι η ύπαρξη υποστατού γάμου.

Αυτό σημαίνει πως κατά το χρόνο της επαγωγής (χρόνος θανάτου) της κληρονομίας ΠΡΕΠΕΙ να υπάρχει η ιδιότητα του συζύγου στον επιζώντα λόγω έγκυρου γάμου. Φυσικά απαραίτητο είναι να μην έχει εγερθεί σε βάρος του επιζώντα αγωγή διαζυγίου για βάσιμο λόγο. Ουσιαστικά αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να επωφελείται ο σύζυγος από το τυχαίο γεγονός ότι ο άλλος πέθανε πριν από την έκδοση απόφασης αμετάκλητης για αγωγή διαζυγίου. Συνοψίζοντας, σε περίπτωση που έχει ασκηθεί αγωγή διαζυγίου από τον κληρονομούμενο για βάσιμο λόγο, (δηλαδή να στηρίζει την αγωγή και να αληθεύει) το κληρονομικό δικαίωμα του επιζώντος συζύγου αποκλείεται και δίχως να υπάρχει η απαιτούμενη ώριμη αμετάκλητη απόφαση.

Σε περίπτωση που δεν υπάρχει κάτι τέτοιο και ο επιζών όντως έχει κληρονομικό δικαίωμα, δηλαδή ο γάμος είναι έγκυρος και δεν υπήρχε βούληση διαζυγίου τότε ο σύζυγος δικαιούται και το λεγόμενο ΕΞΑΙΡΕΤΟ. Εξαίρετο είναι όλα τα έπιπλα, σκεύη, ενδύματα και άλλα οικιακά αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν από κοινού οι δύο σύζυγοι, στα πλαίσια της κοινής οικιακής οικονομίας των δύο συζύγων. Στο εξαίρετο δεν περιλαμβάνονται μόνο τα αναγκαία προς το ζην, αλλά και αυτά τα αντικείμενα τα οποία διευκόλυναν τη ζωή του ζευγαριού. Σε αυτό δεν περιλαμβάνονται αντικείμενα που χρησιμοποιούσε κατά αποκλειστικότητα ο κληρονομούμενος όπως λ.χ. συλλογή γραμματοσήμων, πινάκων ούτε και προσωπικά αντικείμενα αυτού όπως τιμαλφή. Σε περίπτωση που υπάρχουν τέκνα του συζύγου που πέθανε λαμβάνονται υπόψη και οι ανάγκες αυτών, εφόσον επιβάλλεται από τις περιστάσεις ( το τέκνο έχει κοινή κατοικία με τους συζύγους ή ετοιμάζεται να μετακομίσει σε άλλη εγκατάσταση).

Συμπερασματικά: Τα τέκνα και ο επιζών σύζυγος (εφόσον δεν υφίστατο αγωγή διαζυγίου) καλούνται πρώτα στην αναγκαστική διαδοχή. Ο σύζυγος παίρνει πάντα εκ νόμου το 1/4 της κληρονομίας (+εξαίρετο, το οποίο δε συνυπολογίζεται στο ποσοστό του) και τα υπόλοιπα 3/4 κατ’ ισομοιρία στα τέκνα που υπάρχουν, ανεξαρτήτως του αν είναι τέκνα από τον πρώτο ή το δεύτερο γάμο.

Η πρώην σύζυγος δε δικαιούται κληρονομιά ακόμα και να μην έχει ξαναπαντρευτεί ο κληρονομούμενος καθότι υπάρχει λύση του γάμου με διαζύγιο και δε διατηρεί τη συζυγική ιδιότητα.

Δεδομένου δε ότι με τον θάνατο του ενός από τους συζύγους η περί διαζυγίου εκκρεμής δίκη καταργείται και ότι η περί διαζυγίου αγωγή, ως προσωποπαγής, δεν μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του συζύγου που απεβίωσε κάθε κληρονόμος του συζύγου που απεβίωσε, αλλά και κάθε τρίτος, όπως κάποιος οφειλέτης της αντίστοιχης κληρονομιάς, επιδιώκοντας με έννομο συμφέρον να αποκλείσει τον επιζώντα σύζυγο από την κληρονομιά, πρέπει, να εγείρει αναγνωριστική αγωγή για το βάσιμο του λόγου διαζυγίου κατά του επιζώντος συζύγου. Ως λόγος διαζυγίου στην διάταξη του άρθρου 1822 Α.Κ. νοείται το προβλεπόμενο από τα άρθρα 1439 και 1440 Α.Κ., όπως ισχύουν μετά το ν. 1329/1983.